Ο Νίκος Πλουμπίδης – Δάσκαλος (1902 – 14 Αυγούστου 1954)
Ήταν ηγετικό στέλεχος του Κ.Κ.Ε. κατά την περίοδο της μεταξικής δικτατορίας, τη Γερμανική Κατοχή και τον Εμφύλιο Πόλεμο στην Ελλάδα, αλλά και μία από τις πλέον τραγικές φυσιογνωμίες[1] στην ιστορία του ΚΚΕ.
Έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην αναδιοργάνωση του Κ.Κ.Ε. στους πρώτους μήνες της Κατοχής και στην οργανωτική συγκρότηση του Ε.Α.Μ.. Εκτελέστηκε ένα χρόνο περίπου μετά την εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του, έχοντας στιγματιστεί ως συνεργάτης των ελληνικών αστυνομικών αρχών από τον Νίκο Ζαχαριάδη.
Βιογραφικό – δράση
Γεννήθηκε στα Λαγκάδια Αρκαδίας το 1902. Σπούδασε στο Διδασκαλείο, στον Πύργο Ηλείας και έγινε δάσκαλος. Υπηρέτησε στη Μηλέα Ελασσόνας και το 1926, έχοντας ήδη αναπτύξει σοσιαλιστικές ιδέες και συνδικαλιστική δράση στον κλάδο του έγινε μέλος του Κ.Κ.Ε. Στην αρχή εξελέγη μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής Δημοσιοϋπαλληλικής Ομοσπονδίας και λίγο αργότερα της Πανυπαλληλικής Συνομοσπονδίας. Για τις πρώτες του αυτές δραστηριότητες συνελήφθη το 1931, επί κυβερνήσεως Ελ. Βενιζέλου, για παράβαση του Ν.2229 του γνωστού Ιδιώνυμου και καταδικάστηκε σε 3 μήνες φυλάκιση με παράλληλη απόλυση από τη θέση του. Έκτοτε αφιερώθηκε στον συνδικαλισμό και αναδείχθηκε ηγετικό στέλεχος της Ενωτικής Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (ΕΓΣΕΕ). Συμμετείχε επίσης στην αντιπροσωπεία του Κ.Κ.Ε. που πήρε μέρος στο 7ο Συνέδριο της Γ” Διεθνούς στη Μόσχα (Καλοκαίρι του 1935)[1]. Στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά ήταν γραμματέας αρχικά της παράνομης κομματικής επιτροπής του Κ.Κ.Ε. στη Θεσσαλία και στη συνέχεια στη Μακεδονία. Tο 1938 έγινε μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος υπό τον τότε Γενικό Γραμματέα Γιώργη Σιάντο.
Τον Μάιο της επόμενης χρονιάς συνελήφθη αλλά επειδή έπασχε από φυματίωση μεταφέρθηκε στο σανατόριο «Σωτηρία» από όπου δραπέτευσε μαζί με άλλους κομμουνιστές την Άνοιξη του 1941. Αμέσως μετά την δραπέτευσή του, πέρασε στις γραμμές της Εθνικής Αντίστασης, αναλαμβάνοντας την καθοδήγηση του Εργατικού ΕΑΜ. Το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς εξελέγη μέλος του Πολιτικού Γραφείου του Κ.Κ.Ε. (2η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη).
Μετά την απελευθέρωση, τον Απρίλιο του 1945, εκλέχτηκε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής από την 11η Ολομέλεια και συμμετείχε στο νέο Πολιτικό Γραφείο. Μετά την επάνοδο του Νίκου Ζαχαριάδη από το Νταχάου, ο Ν. Πλουμπίδης δεν εκλέχτηκε ξανά στο Πολιτικό Γραφείο (Ιούνιος 1945).
Όταν τελείωσε ο Εμφύλιος Πόλεμος τέθηκε επικεφαλής της παράνομης κομματικής οργάνωσης εσωτερικού, φροντίζοντας και την έκδοση της εφημερίδας «Δημοκρατικός» που αποτελούσε και το νόμιμο προσωπείο του παράνομου ΚΚΕ, που διεύθυνε ο Διονύσης Χριστάκος και αρθρογραφούσε ο Μιχάλης Κύρκος (πατέρας του Λεωνίδα Κύρκου).
Σημειώνεται ότι την εποχή εκείνη (1950), το εκτός νόμου ΚΚΕ διέθετε δύο παράνομους μηχανισμούς – κλιμάκια που διεύθυναν τον πολιτικό αγώνα από κρησφύγετα, ο μεν πρώτος ελεγχόταν από τους Ν. Πλουμπίδη και Ν. Μπελογιάννη (που είχε επιστρέψει κρυφά στην Ελλάδα το προηγούμενο έτος), το οποίο ερχόταν σε επαφή με το κόμμα μέσω του Ν. Βαβούδη και ο δεύτερος, η λεγόμενη ΕΠΟΝ, που ελεγχόταν από τον Στ. Κασιμάτη. Ο πρώτος είχε χαρακτήρα περισσότερο ανεξάρτητο αλλά συνωμοτικό και συγκροτούνταν από τους παλαιότερους κομμουνιστές ενώ στον δεύτερο συμμετείχαν νέοι, κυρίως Μακρονησιώτες και διάφοροι άλλοι που είχαν υποστεί πρόσφατες διώξεις, που και αυτός όμως ο μηχανισμός δρούσε ανεξάρτητα από τον πρώτο και χωρίς να διατηρούν σχέση μεταξύ τους. Η δε ηγεσία του ΚΚΕ παρέμενε εκτός Ελλάδας σε χώρες του Ανατολικού Συνασπισμού.
Κατά την αρχική σύλληψη του Νίκου Μπελογιάννη (20 Δεκεμβρίου 1950) και 90 περίπου άλλων στελεχών του Κ.Κ.Ε., από τις αστυνομικές Αρχές, με την κατηγορία της κατασκοπείας, ο Ν. Πλουμπίδης διέφυγε τη σύλληψη και έκτοτε παρέμενε «εν κρυπτώ» σε διάφορα κρησφύγετα. Όταν ιδρύθηκε η ΕΔΑ (3 Αυγούστου του 1951) πρότεινε τότε ο Ζαχαριάδης στην εκτελεστική επιτροπή, για τις επικείμενες εκλογές, να χρίσει υποψηφίους βουλευτές της τους Νίκο Πλουμπίδη και Νίκο Μπελογιάννη. Η ΕΔΑ όμως φοβούμενη μην εκτεθεί για συνεργασία με το παράνομο ΚΚΕ, αντ΄ αυτών προτίμησε να συμπεριλάβει τους Μανώλη Γλέζο και Αντώνη Αμπατιέλο, επίσης θανατοποινίτες, που έχαιραν όμως ευρύτερης αποδοχής.
Στη συνέχεια με την ανακάλυψη των δύο παράνομων ασυρμάτων του ΚΚΕ, σε σπίτια στην Ανω Γλυφάδα και την Καλλιθέα (13 Νοεμβρίου 1951), ακολούθησε η δεύτερη δίκη του Ν. Μπελογιάννη και κάποιων συντρόφων του αυτή τη φορά σε τακτικό στρατοδικείο το οποίο την 1η Μαρτίου του 1952 εξέδωσε επίσης θανατική ποινή, όπως είχε εκδώσει και το προηγούμενο έκτακτο στρατοδικείο, «δις εις θάνατον» σε συνολικά οκτώ «εχθρούς της πατρίδος», στους Ν. Μπελογιάννη, Δημήτρη Μπάτση (διαπρεπή οικονομολόγο), Η. Αργυριάδη, Ν. Καλούμενο, Χ. Τουλιάτο, Μ. Μπιομπιάνο, Λαζαρίδη και Έλλη Παππά, (αδελφή της Διδώς Σωτηρίου), που η ποινή της μετατράπηκε σε ισόβια δεσμά λόγω πρόσφατης μητρότητας.
Στο χρονικό στάδιο που ακολούθησε, σε αναμονή της απόφασης του Συμβουλίου Χαρίτων που είχαν προσφύγει οι θανατοποινίτες και συγκεκριμένα την 12η ημέρα όλως απροσδόκητα ο Ν. Πλουμπίδης έστειλε «ανοικτή επιστολή», στον τύπο, στην οποία υπήρχαν και τα δακτυλικά αποτυπώματά του για να μην αμφισβητηθεί η γνησιότητά της, στην οποία ανέφερε ότι οι ασύρματοι που είχαν εντοπιστεί και επί των οποίων στηρίχθηκε το κατηγορητήριο ελέγχονταν από τον ίδιο και όχι από τον Μπελογιάννη, ο οποίος είχε σταλεί στην οργάνωση από την Ηγεσία σε αντικατάσταση αυτού (του Πλουμπίδη). Τότε ο Ζαχαριάδης που είχε στο μεταξύ καταφύγει στο Βουκουρέστι και από εκεί συντόνιζε τη δράση του ΚΚΕ, από τον λεγόμενο τότε «Ραδιοφωνικό σταθμό της ελεύθερης Ελλάδας», στην ελληνόφωνη εκπομπή «Φωνή της Αλήθειας», δήλωσε ότι η επιστολή αυτή ήταν κατασκεύασμα της Αστυνομίας και ότι ο Πλουμπίδης βρισκόταν στο εξωτερικό. Αντίθετα στη δήλωση αυτή το Υπουργείο Εσωτερικών ανακοινώνει επίσημα πως ο γραφικός χαρακτήρας της επιστολής και η υπογραφή είναι γνήσια. Η επιστολή του Ν. Πλουμπίδη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Προοδευτική Αλλαγή» στις 16 Μαρτίου (1952) όπου ανέφερε:
«1. Εγώ και όχι ο Μπελογιάννης είμαι υπεύθυνος για την παράνομη οργάνωση του ΚΚΕ. Κατά συνέπεια ευθύνομαι για όλες τις πρωτοβουλίες και ενέργειες αυτής της οργάνωσης.
2. Δεν έχω σκοπό να παραστήσω τον γενναιόψυχο εκ του ασφαλούς. Δεσμεύομαι να παραδοθώ στις Αρχές για να δικαστώ, ευθύς μόλις η καταδίκη του φίλου μου και συντρόφου Μπελογιάνη ακυρωθεί.
Νίκος Πλουμπίδης, μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ.
Σημ.: Πολλοί είναι εκείνοι που γνωρίζουν τον γραφικό μου χαρακτήρα. Εντούτοις για το γνήσιο της επιστολής, προσθέτω τα δακτυλικά μου αποτυπώματα. Αθήνα 12-3-1952.»
Όταν η επιστολή αυτή έγινε γνωστή στον Ν. Μπελογιάννη που ανέμενε στη φυλακή την απόφαση του Συμβουλίου Χαρίτων, φέρεται να δήλωσε στο συνήγορό του Μηνά Γαλέο, που τον επισκέφτηκε, «ο Νίκος Πλουμπίδης σε καμιά περίπτωση δεν ήταν όργανο της ασφάλειας». Αντίθετα όμως, στο παρασκήνιο, το ΚΚΕ είχε ήδη αρχίσει να διαδίδει στις οργανώσεις του ότι ο Πλουμπίδης είναι «χαφιές». Τελικά η επιστολή αυτή ως ομολογία παράνομης πράξης, αν και κρίθηκε επίσημα γνήσια, εντούτοις δεν λήφθηκε υπόψη, παρότι συνιστούσε σοβαρό λόγο αναψηλάφησης, ή τουλάχιστον αναστολής εκτέλεσης της απόφασης, κατά σαφή παράβαση της Ποινικής Δικονομίας. Το γεγονός αυτό συνέτεινε ώστε πολλοί δημοσιογράφοι, ερευνητές, πολιτικοί αναλυτές κ.λπ., να θεωρήσουν και να συνεχίζουν να θεωρούν, ανεξάρτητα πολιτικού χώρου, την εκτέλεση του Ν. Μπελογιάννη ως δολοφονία.
Σύλληψη – εκτέλεση
Τελικά ο Πλουμπίδης συνελήφθη από τις αστυνομικές αρχές το Δεκέμβριο του 1952, επί κυβερνήσεως Α. Παπάγου, πέντε μήνες μετά την εκτέλεση του Ν. Μπελογιάννη, στο κρυσφήγετό του στη συνοικία Κολωνό (Αθήνα), σε πολύ προχωρημένο στάδιο φυματίωσης. Επτά μήνες αργότερα τον Ιούλιο του 1953, το έκτακτο στρατοδικείο Αθηνών τον καταδίκασε «δις εις θάνατο». Μετά την καταδικαστική απόφαση παρέμεινε για μισό περίπου μήνα στο παράρτημα-φυλακή του σανατορίου «Σωτηρία». Tην αυγή της 14ης Αυγούστου του 1954 μεταφέρθηκε στο δάσος του Δαφνιού όπου και εκτελέστηκε επιδεικνύοντας αξιοθαύμαστη καρτερικότητα, ακλόνητη αφοσίωση στο κόμμα και τις ιδέες του αρνούμενος θεία μετάληψη και κάλυψη των ματιών του, τραγουδώντας την «Διεθνή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου