«Η πόλη ολόκληρη (η Ουδετερούπολη) ήταν μπλεγμένη στο έγκλημα. Όποια πέτρα κι αν σήκωνες, όποια πόρτα κι αν χτυπούσες, από κάτω, ή από πίσω θα έβρισκες ένα νήμα, έναν ιστό που είχε κάποια σχέση με την υπόθεση», γράφει ο Βασίλης Βασιλικός στο «Ζ», περιγράφοντας το κλίμα της πόλης την εποχή της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη, σαν σήμερα πριν 48 χρόνια. 

    Η περίοδος αυτή υπήρξε πραγματικά πολυτάραχη και τα πολιτικά εγκλήματα, που συντελέστηκαν μέσα σε αυτή τη δεκαετία, στη Θεσσαλονίκη, αποτρόπαια. 

    Αλλά η πόλη, όπως πολύ σωστά παρατηρούν όλοι σχεδόν οι συγγραφείς που ασχολήθηκαν με τα πολιτικά εγκλήματα, είχε από τις αρχές του 20αι. εγκαινιάσει μια παράδοση «αίματος». 

    Για «πτώματα και φαντάσματα» που στοιχειώνουν τους δημόσιους χώρους της γράφει μεταγενέστερα ο σύγχρονός μας, Σάκης Σερέφας. Ο Ηλίας Πετρόπουλος, ο Γιώργος Ιωάννου, ο Μανώλης Αναγνωστάκης, ο Γ. Πεντζίκης, ο Νίκος Μπακόλας, ο Ντίνος Χριστανόπουλος, ο Ισίδωρος Ζουργός, αλλά και δημοσιογράφοι, όπως "το δημοσιογραφικό τρίκυκλο" (Βούλτεψης - Μπέτζος - Ρωμαίος), ο Κώστας Παπαιωάννου, ο Σπύρος Κουζινόπουλος, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, ο Χρίστος Ζαφείρης, έχουν αφιερώσει στα δικά τους βιβλία σελίδες, εμπνευσμένες από τις ιστορίες του αίματος, που κύλησε άφθονο στους δρόμους της πόλης. 

    Αυτή την καταγραφή των αφηγήσεων, των μαρτυριών, της μνήμης, αυτό το «Παλίμψηστο του Αίματος» παρουσιάζει στο ομώνυμο βιβλίο του, ο καθηγητής του ΑΠΘ Γιώργος Αναστασιάδης.

    «Είναι εγκλήματα που διαδέχονται το ένα το άλλο, σαν μια παλέτα, όπου ο ζωγράφος εναποθέτει το ένα στρώμα του χρώματος πάνω στο άλλο, δημιουργώντας έναν πύργο αίματος», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Αναστασιάδης.

    Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ήταν η «θρυαλλίδα» που έσκασε το «απόστημα» του ενός βίαιου, τυφλού και φανατισμένου παρακράτους της δεκαετίας του ’60, προϊόν του ασταθούς μετεμφυλιακού πολιτικού σκηνικού της χώρας και ταυτόχρονα το προανάκρουσμα της επτάχρονης δικτατορίας, όπου οι κρατικοί μηχανισμοί της πολιτειακής και πολιτικής ανωμαλίας ανέλαβαν να διασπείρουν ένα καθεστώς τρόμου και βίας ενάντια στους αντιφρονούντες πολίτες. 

    Δεν ήταν ούτε η πρώτη, ούτε και η τελευταία πολιτική δολοφονία που διαπράχθηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά ήταν αναμφίβολα ένα «ορόσημο». Διότι, εξαιτίας της προκλήθηκε η ανάγκη αντίστασης, αντίδρασης απέναντι στο καθεστώς, που οδήγησε στη διαλεύκανση του εγκλήματος. Προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση και διεθνή κατακραυγή για τα πολιτικά ήθη στην Ελλάδα, όπως, άλλωστε, περίπου δέκα χρόνια νωρίτερα, η εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη, του ανθρώπου με το γαρύφαλλο. 

    «Ο Λαμπράκης δεν ήταν κομμουνιστής, αλλά ένας αστός. Καταξιωμένος γιατρός, με δική του κλινική, μαραθωνοδρόμος με διεθνή ακτινοβολία, ένας άνθρωπος, που συμπορεύτηκε με την ΕΔΑ, βλέποντας την κοινωνική αδικία και επιδιώκοντας τη δημοκρατία και την ειρήνη», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Καίτη Τσαρουχά, κόρη του δολοφονημένου βουλευτή της ΕΔΑ, Γιώργη Τσαρουχά, εξηγώντας γιατί η δολοφονία του είχε διεθνή απήχηση. 

    Την ίδια ημέρα, που ο Λαμπράκης δέχτηκε τη δολοφονική επίθεση, στη συμβολή των οδών Σπανδωνή και Βενιζέλου, στις 22 Μαΐου του 1963, ο Γιώργης Τσαρουχάς έπεφτε θύμα της βίας «τραμπούκων» του παρακράτους πριν και μετά την εκδήλωση των «Φίλων της Ειρήνης». Τον Τσαρουχά, δεν δίστασαν να τον ξυλοκοπήσουν ακόμη και μέσα στο ασθενοφόρο, που τον μετέφερε στο νοσοκομείο. Ο πρώτος υπέκυψε πέντε μέρες μετά, στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, τον δεύτερο τον αποτελείωσαν μετά τον απάνθρωπο βασανισμό του, τα όργανα της χουντικής ΚΥΠ στο Γ’ ΣΣ, έξι χρόνια αργότερα, στις 9 Μάιου 1968.

    «Ο Μάιος είναι σκληρός μήνας για τη Θεσσαλονίκη», είχε πει ο καθηγητής της Παντείου, Ηλίας Νικολακόπουλος, στα εγκαίνια της έκθεσης «από το τρίκυκλο στα τανκς», που διοργάνωσε η ΕΔΙΑ Δ-Κ. Μακεδονίας και το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΜΘ στο Κέντρο Ιστορίας, εξηγώντας :

    «Φεντερασιόν, δολοφονίες εργατών τον Μάη του 36, δολοφονία Λαμπράκη τον Μάη του ‘63, δολοφονία Τσαρουχά τον Μάη του ‘69. Αλλά υπήρξαν και άλλοι «σκληροί» μήνες: Απρίλιος 1947 η δολοφονία του Γιάννη Ζεύγου, Μάρτιος του ‘51 η δολοφονία του Νικηφορίδη, Οκτώβριος του ‘61 η δολοφονία του Βελδεμίρη, Σεπτέμβριος του ‘67 η δολοφονία του Χαλκίδη».

    Αμέτρητες, όμως, ήταν οι πολιτικές δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη, ακόμη και πριν από τα «πέτρινα χρόνια» της δικτατορίας και του εμφυλίου. Η γεωστρατηγική της θέση την καθιστούσε, από τις αρχές του 20 αι., πεδίο σύγκρουσης των εθνικισμών και πολιτικών αντιπαραθέσεων στο σταυροδρόμι των Βαλκανίων και μετά τον Β’ ΠΠ στο όριο των ζωνών επιρροής των δύο κόσμων του «ψυχρού πολέμου».

    Από τη «σφαγή των προξένων» της Γαλλίας και της Βρετανίας, που έπεσαν θύματα του οργισμένου μουσουλμανικού πληθυσμού προς το τέλος της Οθωμανικής της περιόδου, μέχρι και τη μεταπολίτευση και την αποκατάσταση της πολιτικής ομαλότητας και της δημοκρατίας, η Θεσσαλονίκη μέτρησε εκατοντάδες θύματα στο βωμό πολιτικών επιδιώξεων, αντεκδικήσεων, φανατισμού και μισαλλοδοξίας.

    Ο 20ος αιώνας ξεκινά με τη δολοφονία του Γεωργίου Α’ στην ομώνυμη οδό της Θεσσαλονίκης, από τον 52χρονο Αλέξανδρο Σχινά. Ο δράστης παρουσιάστηκε ως ένα λούμπεν στοιχείο της εποχής, με ψυχολογικά προβλήματα, αλλά δημιούργησε καχυποψία σε ορισμένους, που πίστευαν παρά τις διαβεβαιώσεις των αρχών, ότι ο άναξ έπεσε θύμα πολιτικής σκευωρίας των μεγάλων δυνάμεων, που επιθυμούσαν την έκπτωσή του από το θρόνο, προς όφελος του διαδόχου. 

    Τα πολιτικά ήθη και πάθη οξύνονται με το Κίνημα της Θεσσαλονίκης και παραμένουν οξυμένα και μετά τη λήξη του πολέμου. Η πολιτική δολοφονία στο Τσινάρι, το βράδυ των εκλογών του μοιραίων εκλογών του 1920, φανερώνει το κλίμα του εθνικού διχασμού. Ο εμπρησμός του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ το ’31 είναι μόνο ένα περιστατικό που δείχνει την άνοδο του εθνικισμού. Παράλληλα, στην αντίπερα όχθη, στα χρόνια που ακολουθούν και μέχρι τον Μάη του ‘36 αναπτύσσεται και δυναμώνει και ένα κοινωνικό, ριζοσπαστικό κίνημα που κορυφώνεται με την

    εξέγερση των καπνεργατών. Πρώτος νεκρός, ο Τάσος Τούσης, ένδεκα συνολικά τα θύματα της εξέγερσης. 

    «Πράγματι, η Θεσσαλονίκη ήταν μια πόλη με δυναμικό προοδευτικό και δημοκρατικό κίνημα, με ισχυρό συνδικαλισμό και αναπτύχθηκαν ακριβώς για το λόγο αυτό οι αντίρροπες δυνάμεις, με σκοπό να το καθυποτάξουν», λέει ο συγγραφέας - δημοσιογράφος Σπύρος Κουζινόπουλος.

    Ακολουθούν τα εγκλήματα της κατοχής. Πλατεία Ελευθερίας, γκέτο του Χιρς, αντίσταση, το ολοκαύτωμα του Χορτιάτη το Σεπτέμβριο του ‘44, το «μπλόκο της Καλαμαριάς» και οι εκτελέσεις πατριωτών από δυνάμεις του άξονα συνεπικουρούμενες από τα τάγματα ασφαλείας. Στα χτυπήματα του δωσιλογισμού απαντάει η ΟΠΛΑ, όχι πάντοτε με δικαιοσύνη, αλλά ενίοτε ως αντεκδίκηση. 

    Άφθονο ρέει το αίμα, «με τους εκτελεσμένους στο Γεντί Κουλέ και τους δολοφονημένους στο κέντρο της πόλης» και κατά τα πρώτα χρόνια του εμφυλίου. Ο Γιάννης Ζεύγος, σημαίνον στέλεχος του ΚΚΕ, δολοφονείται στη Θεσσαλονίκη, στις 20 Μαρτίου 1947, από τον Χρήστο Βλάχο, πρώην εκτοπισμένου στο στρατόπεδο Μπούλκες. Ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, Γιώργης Σιάντος, που ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη θα αποδοκιμάσει με οργή για την εκτέλεση των «αεροπόρων» στη στάση Μισραχή από τους Τ. Παπαγεωργίου, Α. Ακίνδυνο, θεωρώντας ότι πρόκειται για «προβοκάτσια» σε βάρος του ΚΚΕ. Οι δράστες δικάζονται και καταδικάζονται.

    Την ίδια εποχή, η Θεσσαλονίκη βομβαρδίζεται από το Δερβένι (10.2.1948) και οι έντεκα κομμουνιστές συλληφθέντες συλλαμβάνονται και διαπομπεύονται, προτού οδηγηθούν στο απόσπασμα. 

    Το 1948, μια άλλη υπόθεση, εν τω μέσω του εμφυλίου, συγκλονίζει τη διεθνή κοινή γνώμη. Στην παραλία της Θεσσαλονίκης, βρίσκεται το πτώμα του Αμερικανού δημοσιογράφου του ομίλου «Κολούμπια», Τζωρτζ Πολκ. Το κλίμα της εποχής επέβαλε να βρεθούν «ένοχοι». Ο φόνος αποδόθηκε στους Μουζενίδη και Βασβανά, ο ένας εκ των οποίων είχε σκοτωθεί δύο χρόνια πριν και η συνέργεια «φορτώνεται στον Γρηγόρη Στακτόπουλο». 

    «Τέσσερις αιτήσεις αναψηλάφισης της δίκης στον Άρειο Πάγο μέχρι σήμερα έχουν απορριφθεί, ενώ στα μάτια της κοινής γνώμης ουσιαστικά έχει αθωωθεί, ήδη πριν πεθάνει ο Γρηγόρης Στακτόπουλος», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος της «Δημοκρατικής Αναγέννησης» και πρώην υπουργός, Στέλιος Παπαθεμελής, που κατέθεσε τις δύο από τις τέσσερεις αιτήσεις. 

    Ο ίδιος αποδίδει την ετυμηγορία σε πλεκτάνη, για να ικανοποιηθούν απαιτήσεις και να ηρεμήσει το κλίμα στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. 

    Στα χρόνια μετά των Εμφύλιο, η κάνη των όπλων στρέφεται φοβικά κατά των κομμουνιστών, αλλά και των ειρηνιστών, των προοδευτικών ανθρώπων που επιθυμούν περισσότερα δικαιώματα και ελευθερίες. Νικηφορίδης, Λαμπράκης, Βελδεμίρης, Χαλκίδης, Τσαρουχάς. 

    «Χάρη στην ευσυνειδησία του ιατροδικαστή που φωτογράφησε το πτώμα και ανέλυσε τα ευρήματα έγινε δυνατόν να αποδειχθεί ο βασανισμός που οδήγησε στο θάνατο του πατέρα μου», λέει η Καίτη Τσαρουχά.

    Πριν από τη δολοφονία του Γ. Τσαρουχά, μια «ποινική» υπόθεση αποκτά πολιτική διάσταση. Ο Αριστείδης Παγκρατίδης εκτελείται τον Φεβρουάριο του 1968 μετά από δίκη, στην οποία είχε κατηγορηθεί ως «Δράκος του Σέιχ Σου». Ακόμη και σήμερα, οι γνώμες των δημοσιογράφων που είχαν καλύψει τη δίκη είναι διχασμένες, αλλά στην κοινή γνώμη πιστεύεται ότι επρόκειτο για το εξιλαστήριο θύμα, προκειμένου να συγκαλυφθεί ο πραγματικός δράστης, που εικάζεται ότι ήταν σημαίνων πρόσωπο της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης. «Όμως λειτούργησε και αποπροσανατολιστικά γιατί την ίδια εποχή γινόταν και η δίκη των δολοφόνων του Λαμπράκη…», σημειώνει ο κ. Αναστασιάδης.

    Η Θεσσαλονίκη βρίθει από τόπους, ιστορικά φορτισμένους. Το «Κόκκινο Σπίτι» ήταν ο τόπος των εκτελέσεων των αποφάσεων των στρατοδικείων. Το «Κόκκινο Σπίτι» δίπλα στην ταβέρνα του «Λαδά», στην Τριανδρία, που σήμερα δεν υπάρχει, παρέμεινε τόπος εκτελέσεων από την εποχή μετά την μικρασιατική καταστροφή μέχρι και τις επόμενες δεκαετίες που ακολούθησαν τον Εμφύλιο. 

    Σε όλη τη διάρκεια αυτών των χρόνων, η περιοχή γύρω από το «Γεντί Κουλέ», σε μια μεγάλη έκταση, από την Άνω Πόλη ως την Τριανδρία και ως την Τούμπα «φιλοξένησε» κάθε λογής δολοφονίες και εκτελέσεις. Εκεί, τα στρατιωτικά αποσπάσματα εκτέλεσαν εκατοντάδες κομμουνιστές, «ενόχους» των εκτάκτων στρατοδικείων της προεμφυλιακής και μετεμφυλιακής περιόδου, ενώ στο κολαστήριο των φυλακών κρατήθηκαν, μέσα σε απαράδεκτες συνθήκες διαβίωσης, αντιδικτατορικοί αγωνιστές. 

    «Ο χώρος του σημερινού ΑΠΘ, το Επταπύργιο, το Γεντί Κουλέ, η περιοχή της Τούμπας, δρόμοι στο κέντρο της πόλης έχουν ποτιστεί από το αίμα αντιφρονούντων, αθώων, ανθρώπων που βρέθηκαν απέναντι από την κάνη των όπλων», προσθέτει ο Γιώργος Αναστασιάδης. 

    Από την απελευθέρωση και τη λήξη του Εμφύλιου μέχρι την πτώση της Χούντας, που σήμανε την επιστροφή στη δημοκρατική ομαλότητα, η χώρα δεν κατάφερε να απαλλαγεί από το διχασμό, το μίσος, τις ακρότητες και τις διακρίσεις, με τις οποίες είχε σημαδευτεί η προηγούμενη περίοδος. Ειδικότερα, η Θεσσαλονίκη, πεδίο εθνοτικών συγκρούσεων, εθνικιστικών φιλοδοξιών, ή εσωτερικών πολιτικών προσανατολισμών ακόμη πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους.

    Ο κύκλος του αίματος έκλεισε με τη μεταπολίτευση, αλλά οι μνήμες παρέμειναν. Στις εκδηλώσεις μνήμης για τις δολοφονίες των Γρηγόρη Λαμπράκη και Γιώργη Τσαρουχά και στην έκθεση ντοκουμέντων «Από το τρίκυκλο στα τανκς» εντάσσεται η αποψινή εκδήλωση τιμής στον Γρηγόρη Λαμπράκη, στις 8.00 το βράδυ, στο προαύλιο του 40ου δημοτικού σχολείου (πρώην Ιωαννίδειος Σχολή) Θεσσαλονίκης, δίπλα στο Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης. Οι εκδηλώσεις διοργανώθηκαν με πρωτοβουλία της ΕΔΙΑ Κ-Δ Μακεδονίας (1940-74) και του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΜΘ και έχουν κληθεί να παραστούν μέλη της οικογένειας του Γρηγόρη Λαμπράκη, η γυναίκα του και τα παιδιά του. 

    «Επείγει στη Θεσσαλονίκη να στεγαστεί αυτή η πολιτική και κοινωνική μνήμη. Να μάθουν οι νέοι, να γνωρίσουν τι πραγματικά συνέβη σε αυτήν την πόλη. Από το 2002 ζητάμε να γίνει ένα Μουσείο Πολιτικής και Κοινωνικής Ιστορίας στην πόλη και ας ελπίσουμε ότι μέχρι το 2012 θα εισακουστούμε», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο γραμματέας της ΕΔΙΑ Δ-Κ. Μακεδονίας Τριαντάφυλλος Μηταφίδης.